5. ΜΠΟΥΡΙΝΟΣ, ΕΝΑ ΒΟΥΝΟ ΠΟΥ ΧΩΡΙΖΕΙ Η ΕΝΩΝΕΙ
Γράφει ο Θωμάς Κ. Παπαθανασίου, φιλόλογος[1]
Στα πρώτα μαθητικά μας χρόνια διδασκόμασταν πως τα βουνά και τα ποτάμια χώριζαν και όριζαν τα σύνορα διάφορων γεωγραφικών διαμερισμάτων. Εξετάζοντας, λοιπόν, οπτικά τον ορεινό όγκο του Μπούρινου από τη δυτική ή ανατολική πλευρά του, μπορεί εύκολα να συμφωνήσει κανείς με την άποψη αυτή.
Η αλήθεια όμως τις περισσότερες φορές δεν είναι ορατή μόνο με τα μάτια. Αν εξετάσουμε, δηλαδή, αυτόν τον ορεινό όγκο από γεωλογική, ιστορική, οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική σκοπιά, τότε ανακαλύπτουμε πολλές και διαφορετικές αλήθειες.
Οι επιστήμονες γεωλόγοι αποφάνθηκαν πώς το βουνό αυτό ήταν το πρώτο της Ελλάδας που δημιουργήθηκε από τη σύγκρουση της αφρικανικής και ευρωπαϊκής πλάκας και είναι ένα πεδίο σημαντικής έρευνας.
Προχωρώντας όμως στα ιστορικά και νεότερα χρόνια αντιλαμβανόμαστε πιο καθαρά τη σπουδαιότητα και την προσφορά του στον κόσμο που ζει και δραστηριοποιείται γύρω του. Ο δασικός και υδάτινος πλούτος καθώς και το απρόσιτο του εδάφους (για κάποιες εποχές) προσελκύουν τον άνθρωπο να ιδρύσει οικιστικές μονάδες.
Αυτά τα στοιχεία βοήθησαν στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, που στάθηκε ο βασικότερος οικονομικός πόρος όλων των πλησιόχωρων οικισμών.
Τα άφθονα και καθαρά νερά του αποτελούν το βασικό στοιχείο της ζωής και της δημιουργίας. Πόσοι νερόμυλοι, στ’ αλήθεια, κινούνταν με την ορμητική τους δύναμη; Και σήμερα ακόμη πόσοι οικισμοί απολαμβάνουν το πολυτιμότερο αγαθό του νερού, που δυστυχώς βαίνει μειούμενο εξαιτίας των νέων δραστηριοτήτων του ανθρώπου. Χιλιάδες κάτοικοι των οικισμών Σιάτιστας, Παλαιοκάστρου, Δαφνερού, Εξάρχου, Βάρης, Χρωμίου, Αιανής, Αγ.Παρασκευής, Κερασιάς, Χτενίου, Ροδιανής, Λευκοπηγής, Πρωτοχωρίου και Μεταμόρφωσης απολαμβάνουν τα χρήσιμα δώρα του. Δε μας διαφεύγει βέβαια της προσοχής πώς στη βόρεια πλευρά προϋπήρξε και αρχαιότερος οικισμός στη θέση Τσερβένα (Δερβένι) της Σιάτιστας.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ακμάζουν αρκετοί οικισμοί, γιατί εκεί βρίσκουν καταφύγιο όσοι διώκονται ή αντιμετωπίζουν επιδρομές (κάστρο Χτενίου, κάστρο Παλαιοκάστρου). Δεν ξεχνάμε βέβαια τον ομώνυμο οικισμό τον “Μπούρινον”, ο οποίος διαλύεται στα τέλη του 19ου αιώνα. Μέσα από τις δασωμένες πλαγιές του ανοίγονται δρόμοι επικοινωνίας και αναδεικνύεται το μεγαλύτερο και ιστορικό και πολιτιστικό κέντρο της κλασσικής-Ελληνιστικής και Βυζαντινής εποχής, η Αιανή. Γνώση, ιστορία και πολιτισμός γίνονται κοινό κτήμα και κοινή Ελληνιστική συνείδηση. Έτσι πλέκονται τα κοινά ήθη, έθιμα, γλώσσα και εθνικοί αγώνες. Απόδειξη του τελευταίου η επανάσταση στα 1878, που στάθηκε η πρώτη αντίδραση απέναντι στα σχέδια του Πανσλαβισμού και της βουλγαρικής κυριαρχίας στη Μακεδονία. Γι’ αυτό άλλωστε στη θέση που κηρύχτηκε η Επανάσταση στήθηκε το Μακεδονικό Μουσείο με την ιδέα και τους κόπους του αείμνηστου δασκάλου Κ. Σιαμπανόπουλου.
Ένα τελευταίο στοιχείο-αγαθό για την περιοχή υπήρξε και ο ορυκτός πλούτος στα σπλάχνα του βουνού. Στις πλαγιές του οργανώθηκαν και στήθηκαν ορυχεία μετάλλων, στα οποία εργάστηκαν αρκετοί κάτοικοι όλων αυτών των γειτονικών οικισμών, ακόμη και πέρα από τον Αλιάκμονα στα δυτικά, τον οικισμό του Ταξιάρχη, απ’ τον οποίο κατάγομαι και έχω προσωπική γνώση. Λειτούργησαν σε δύο περιόδους:1) Πριν τον πόλεμο του ’40 και 2) κατά τη δεκαετία του 1950. Αρκετοί άνδρες και νέοι εργάστηκαν στις γαλαρίες και συνεισέφεραν στα οικονομικά των οικογενειών τους, που τότε ακόμη η δομή τους ήταν πατριαρχική με πολλά μέλη. Από τον Ταξιάρχη αφού ετοίμαζαν τα τρόφιμα και τα χρειαζούμενα για μια βδομάδα, ζώνοντας στις πλάτες το μπόγο, περνούσαν το ποτάμι και μετά από ώρες ποδαρόδρομου έφταναν στα εργοτάξια του Μπούρινου. Όταν ο Αλιάκμονας ήταν φουσκωμένος, χρησιμοποιούσαν τη βάρκα για το πέρασμα, αφού την έβρισκαν στη δική τους όχθη. Διαφορετικά έπρεπε να περιμένουν κάποιον από την αντίπερα όχθη. Ήταν γνωστό το πέρασμα και η επικοινωνία, γινόταν πιο συχνά απ’ ό,τι σήμερα. Αργότερα στήθηκε στην περαταριά το εναέριο πορθμείο, το γνωστό καρούλι για τους πολλούς ή το “αέριο” για τους Ταξιαρχιώτες, που σώζεται ακόμη και σήμερα. Από την οικογένεια του παππού μου εργάζονταν συγχρόνως τρία αδέρφια και πρόσφεραν σημαντικά στο κοινό ταμείο. Κάθε δεκαπέντε μέρες που έπαιρναν το μισθό τους, όπως μου διηγιόταν η μάνα μου, η γιαγιά μου τους περίμενε με ανοιχτή την ποδιά κι εκεί μέσα εναπόθεταν την αμοιβή της δουλειάς τους. Άλλες εποχές, άλλα ήθη.
Όμως εκεί στο χώρο της εργασίας δημιουργούνταν πολλές γνωριμίες και ακατάλυτοι δεσμοί φιλίας που κρατούσαν χρόνια και στις δύσκολες στιγμές αποδεικνύονταν σωτήριες. Όταν σε κάποια στιγμή ο παππούς μου βρέθηκε σε δύσκολη θέση από οικονομική άποψη, ο πατέρας μου έτρεξε σε φίλους των οικισμών του Μπούρινου, δανείστηκε χρήματα, τα οποία και εξόφλησε δουλεύοντας στα μεταλλεία. Η καθημερινή συναναστροφή των εργατών είχε και τις ευχάριστες στιγμές με τα τραγούδια, τις ιστορικές διηγήσεις και άλλα συμβάντα σε ώρες ανάπαυλας και ξεκούρασης.
Θα κλείσω με ένα περιστατικό όπως μου το διηγήθηκε ο μπάρμπα-Χρήστος, αδερφός του πατέρα μου. Εκεί εργάζονταν άνδρες με σωματική και ψυχική δύναμη και κάποιοι ξεχώριζαν για τη δύναμη και την τέχνη στην πάλη. Ανάμεσα σ΄ αυτούς ήταν κι ένα παλικάρι απ’ την Ποντινή που έκανε τον παλαιστή και οι συντοπίτες του άρχισαν να προκαλούν σε κάποια στιγμή ξεκούρασης λέγοντας: «Ποιος μπορεί να παλεύει με το Λάζαρον». Μόλις το άκουσε ο αδελφός του ο Κωνσταντής, ένας ψηλός και γεροδεμένος άντρας, σηκώθηκε, πέταξε το σακάκι του και απάντησε στην πρόσκληση. Δεν άργησαν οι δυο άντρες να πιαστούν και σε λίγο ο Λάζαρος βρέθηκε με την πλάτη στο χώμα. Ο Λάζαρος και οι φίλοι του ντροπιάστηκαν κι άλλη φορά δεν τόλμησαν να προκαλέσουν.
Τέτοια και άλλα πολλά θα είχαν να διηγηθούν όσοι ακόμα ζουν από κείνους που έχυσαν τον ιδρώτα τους στις γαλαρίες όχι αυτού του απρόσιτου, αλλά του φιλικού και χρήσιμου σε όλους Μπούρινου.
[1] Ο Θ.Παπαθανασίου διετέλεσε διευθυντής Γυμνασίου-Λυκείου , προϊστάμενος Γραφείου Εκπαίδευσης, συγγραφέας του βιβλίου «Τα δημοτικά τραγούδια του Ταξιάρχη Γρεβενών» 2004.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου