Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

28. Αναζητώντας τις ρίζες μας. (Ποντινή Γρεβενών)

28. Αναζητώντας  τις ρίζες μας.         
                                                                                                                          


Γράφει η Κυριακή Τεμερτζίδου-Βασιλειάδου

         Λένε ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους λησμονάμε. Με αυτή την έγνοια πάντοτε στην καρδιά μας, μία ομάδα από φίλους και συγγενείς ξεκινάμε την Κυριακή 21 Ιουνίου 2015 και ώρα 9 το βράδυ από την Κοζάνη για ένα οδοιπορικό αναζητώντας τις ρίζες μας. Ονειρευτήκαμε και σχεδιάσαμε αυτό το ταξίδι για να αποδώσουμε φόρο τιμής και μνήμης σ’ όσους έχασαν τη ζωή τους στα μέρη εκείνα, τα πατρογονικά εδάφη, είτε σε καιρό ειρήνης είτε στους καιρούς των διωγμών που όλοι γνωρίζουμε, και αναπαύονται σ’ αυτά τα χώματα. Προορισμός μας είναι οι περιοχές του Αγιατζίκ κοντά στη Σινώπη, η Χάβζα, η Τοκάτη και η Προύσα.
Πρώτος σταθμός μας είναι η Κωνσταντινούπολη, όπου φτάνουμε το πρωί της Δευτέρας. Εκεί, επισκεπτόμαστε την Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής (Μπαλουκλί), το Πατριαρχείο και το καμάρι της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την Αγιά Σοφιά.
Το πρωί της Τρίτης ξεκινάμε το ταξίδι για τα χωριά απ’ όπου κατάγονταν οι παππούδες μας. Περνάμε από τη Νικομήδεια, το Μπολού, τη Σαφράμπολη και φτάνουμε στην Κασταμονή. Ξεκουραζόμαστε για μια ώρα στην πρωτεύουσα των Κομνηνών και κατευθυνόμαστε για τη Σινώπη, όπου στις 8.30 το βράδυ μας υποδέχεται ο Διογένης με το φανάρι του.


Τα χωριά που επισκεφτήκαμε στην περιοχή της Σινώπης
Τετάρτη πρωί ξεκινάμε για το Αγιατζίκ με πολύ συγκίνηση και αγωνία, καθώς ένα όνειρο που τόσο επιθυμούσαμε πραγματοποιείται. Φτάνοντας στο παραθαλάσσιο Αγιατζίκ νιώθουμε ότι οι κάτοικοι εκεί μας κοιτούν περίεργα. Μάλιστα, μερικοί μαζεύονται γύρω μας και ζητούν να μάθουν από πού ήρθαμε και τι θέλουμε να δούμε. Κουβεντιάζουμε μαζί τους λίγη ώρα και παίρνουμε πληροφορίες για τα χωριά μας. Μετά, ανεβαίνουμε σε δύο μικρά τοπικά λεωφορεία (dolmus) και φτάνουμε στο Γιοχαρίκοϊ. Εκεί, ξαφνιασμένοι         βρίσκουμε μία μόλις γωνιά, ό,τι απέμεινε από το σπίτι του παππού Βασίλη και πίνουμε με μεγάλη συγκίνηση νερό από τη βρύση που έπινε κι εκείνος.


                                                                               Αγιαντζίκ
                                                                       Γιοχαρίκοι
Μία γωνιά που απέμεινε από το σπίτι του παππού Βασίλη
                               Η βρύση απ ’όπου έπινε νερό ο παππούς
Μετά το Γιοχαρίκοϊ ξεκινάμε για το Τουρκελί με ενδιάμεσο σταθμό το Γιαλού και το Χελαντί. Οι κάτοικοι των χωριών αυτών είναι ιδιαίτερα φιλικοί μαζί μας και μας καλοδέχονται όπου κι αν σταθούμε. Μάλιστα, ο πρόεδρος του χωριού έρχεται να μας καλωσορίσει και μας δείχνει δύο οικήματα που διατηρούνται από την εποχή που κατοικούσαν εκεί οι πρόγονοί μας.


                                                            Στο Γιοχαρίκοι
                                                Ένα ελληνικό οίκημα στο Γιαλού
Συνεχίζουμε το ταξίδι μας για το Τουρκελί. Μας συνοδεύει ένας φίλος από το facebook, κάτοικος του Τουρκελί, που ήρθε να μας συναντήσει στο Αγιατζίκ. Φτάνοντας, σταματάμε στην πλατεία της όμορφης αυτής κωμόπολης, όπου και πάλι μαζεύονται γύρω μας οι ντόπιοι.  Τους ρωτάμε για τα χωριά μας και μας λένε πού βρίσκεται ο Άγιος Αντώνιος, η Μόρζα, η Τάιστα (Gaziler).
Μια από τις ιδιαίτερες στιγμές στο οδοιπορικό μας ήταν η συνάντησή μας με τον Σαλή Καρτάλ, έναν ηλικιωμένο κύριο που μας συναντά εκεί στην πλατεία του Τουρκελί. «Ποιος είναι από την Τάιστα;» ρωτά με αγωνία. «Ήρθα να μοιραστώ μαζί σας τη λαχτάρα σας να έρθετε να γνωρίσετε τον τόπο των προγόνων σας», λέει και μας συνοδεύει συγκινημένος στηριζόμενος στο μπαστουνάκι του σε όλη τη διαδρομή από το σημείο εκείνο και μέχρι να ξαναγυρίσουμε στο Τουρκελί 
                                             Με τον κύριο Σαλή από την Τάιστα
Έτσι, περνάμε πρώτα από τον Άγιο Αντώνιο. Εδώ σώζεται η εκκλησία που μετατράπηκε σε τζαμί και ένα χαμάμ. Πιο πάνω ήταν η περιοχή της Μόρζας, η οποία, όμως, δεν υπάρχει πια εξαιτίας κατολίσθησης που έγινε στα κατοπινά χρόνια. Μετά την Μόρζα συνεχίζουμε για την Τάιστα, συνοδευόμενοι πάντα από τον κύριο Σαλή. 
Φτάνουμε στο Τόσσος, όπου η τύχη μας επιφυλάσσει μία ακόμη απρόβλεπτη συνάντηση. Στο σημείο που καθίσαμε να φωτογραφήσουμε το τοπίο ένας νέος μας ρωτάει ποιοι είμαστε. Ακούγοντας το σκοπό της επίσκεψής μας, λέει με έκπληξη: «Η γυναίκα μου είναι εγγονή μίας Ελληνίδας, της Σοφίας, που έμεινε πίσω κατά την ανταλλαγή». Κοντά στη Σοφία έμεινε και η αδερφή της, η Κυριακή. Την κόρη της Σοφίας θα τη συναντήσουμε αργότερα στο Τουρκελί. Μιλώντας μαζί της και ξετυλίγοντας το κουβάρι της ιστορίας της γιαγιάς της θα συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για συγγενικό πρόσωπο κάποιων από εμάς! Μάλιστα, αποδεικνύεται ότι η ιστορία αυτή της Σοφίας ήταν ήδη γνωστή σ’ εμάς από διηγήσεις των παππούδων που αναφέρουν ότι ο Τούρκος αγαπημένος της κοπέλας την έκλεψε από το πλοίο με το οποίο έφευγε η οικογένειά της…
                                                                           Στην Τάιστα

Πανοραμική φωτο των χωριών Τάιστα, Μόρζα, Άγιος Αντώνιος από το Τόσος
                                                                    Με την εγγονή της Σοφίας
                                                          Η κόρη της Σοφίας
Αφού περιηγηθήκαμε, λοιπόν, στα χωριά μας, επιστρέφουμε στο Τουρκελί, όπου μας περιμένει θερμή υποδοχή από τον δήμαρχο της πόλης. Μας υποδέχεται στο γραφείο του, μας προσφέρει αναμνηστικά και, παρά τις αντιρρήσεις μας, μας ετοιμάζει γεύμα σε ένα εστιατόριο της πόλης. «Δεν θα φύγετε από εδώ νηστικοί», μας λέει, παρόλο που αυτήν την περίοδο είναι το ραμαζάνι.
Η ευγενική υποδοχή στο Δημαρχείο του Τουρκελή
          Τελικά, επιστρέφουμε στο Αγιατζίκ και καθόμαστε να φάμε ένα αγαπημένο μας παραδοσιακό φαγητό, το τιρίτ, σε τοπική ταβέρνα. Και πράγματι, το τιρίτ που έφτιαχναν οι γιαγιάδες και οι γονείς μας είναι αυτό που τρώμε κι εδώ σήμερα. Ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας μας ρωτάει επίμονα: «Είναι κανείς από τη Σίρνα;». Η αναφορά του στο μέρος αυτό μου φέρνει στο νου ένα ιστορικό γεγονός: Την περίοδο των διώξεων οι κάτοικοι του χωριού Σίρνα της Σινώπης, μαζί με τον ιερέα τους, δήλωσαν αλλαγή πίστης και έγιναν μουσουλμάνοι. Στην ανταλλαγή των πληθυσμών ζήτησαν να έρθουν στην Ελλάδα, όμως, επειδή η ανταλλαγή έγινε με βάση το θρήσκευμα, η επιθυμία τους δεν έγινε δεκτή κι έτσι οι κάτοικοι της Σίρνας παρέμειναν στην Τουρκία, παρόλο που είχαν, προφανώς, συνείδηση της ελληνικότητάς τους. Σε αντίθεση με αυτούς, πολλές γυναίκες που κατάγονταν μεν από τη Σίρνα, αλλά είχαν παντρευτεί σε διπλανά χωριά και, άρα παρέμειναν χριστιανές, ήρθαν με τους συζύγους και τις οικογένειές τους στην Ελλάδα. 
                                  Το τυρίτ που φάγαμε στο Αγιατζίκ
                                                                   Στην Σαμψούντα
Συνεχίζοντας το ταξίδι, την Πέμπτη το πρωί αφήνουμε τη Σινώπη και, με ενδιάμεση στάση στη Σαμψούντα, φτάνουμε στην Χάβζα. Ανεβαίνουμε και παλι στα μικρά λεωφορεία  και πηγαίνουμε προς το Κιουσουρούφ. Εδώ σώζονται μία βρύση, μία εκκλησία που έγινε τζαμί και μία τεράστια καρυδιά. Στο Κιουσουρούφ και στο διπλανό Σειχκογιουν κατοικούν σήμερα πρόσφυγες που ήρθαν από την Ελλάδα κατά την ανταλλαγή. «Οι παππούδες μας ήταν από Σελενίκ, Καϊλάρια, Σπηλιά. Ακόμη εδώ μας λένε πρόσφυγες», μας λένε με παράπονο και νιώθουμε πραγματικά ότι η προσφυγιά πληγώνει τους ανθρώπους χωρίς να ξεχωρίζει φυλές ή θρησκείες. 
                                                  Τα χωριά της περιοχής Χάβζας
                                         Στους δρόμους του Κιουσουρούφ
                                                         Η καρυδιά στο Κιουσουρούφ
                                                     Ηβρύση στο Κοσουρούφ
                                            Με τις όμορφες κυρίες στο Κοσουρούφ    


Στο Σειχκογιουν, οι κάτοικοι  πρόσφυγες από την Σπηλιά Εορδαίας
Δεν μπορέσαμε, δυστυχώς, να βρούμε το χωριό Αρμουτλού της Χάβζας, απ’ όπου κατάγονταν ο πατέρας του πατέρα μου, καθώς και το χωριό Πινέφ του Αγιατζίκ, απ’ όπου κατάγονταν η μάνα του πεθερού μου, τα οποία, όμως, όταν επιστρέψαμε έχοντας πια γνώση της περιοχής από κοντά, εντοπίσαμε στο χάρτη. Η Πινέφ είναι κοντά στο Αγιατζίκ και το Αρμουτλού είναι λίγο πιο πάνω από το Εσσένμπει, αλλά κανένα από τα δύο χωριά δεν κατοικείται πια. Βέβαια, ο σύζυγός μου μού χρωστάει, συνεπώς, ακόμη ένα ταξίδι εκεί…


                                                                        Η Αμάσεια
Αφού αποχαιρετούμε την Χάβζα, περνάμε από την πανέμορφη Αμάσεια την πατρίδα του ιστορικού Στράβωνα, με τους περίφημους τάφους των Μιθριδατών και φτάνουμε το βράδυ στην Τοκάτη.
                                                         Τα χωριά της Τοκάτης
Την Παρασκευή το πρωί ξεκινάμε για τα χωριά Κιλίκ και Εϋρέπ  (σημερινό Ugrak). Στο Κιλίκ, όπου έμεναν Έλληνες μαζί με Τούρκους, τώρα κατοικούν γηγενείς Τούρκοι, αλεβίτες στο θρήσκευμα. Έχουμε κι εδώ μια συνάντηση με απόγονο μιας Ελληνίδας, που είχε παντρευτεί με Τούρκο. «Η μάνα του πατέρα μου», μας λέει η κυρία, «έμεινε εδώ όταν έφυγαν οι δικοί σας». Η υποδοχή των κατοίκων είναι πολύ φιλική. Πίνουμε το αριάνι που μας προσφέρουν και αναχωρούμε για το Εϋρέπ. 
                                                               Στο Κιλίκ


Εγγονή της Ελληνίδας που έμεινε πίσω
Στο Εϋρέπ σήμερα κατοικούν πρόσφυγες που ήρθαν από τη Βεγόρα της Φλώρινας, όπως μας λέει ο κύριος Αντέμ. Η συγκίνησή του είναι έκδηλη. Μας κερνάει καφέ στο σπίτι του. Στην αυλή του έχει μία κορομηλιά, «παρακλάδι από την εποχή των δικών σας», λέει. Λίγο πιο κάτω υπάρχει ένας τοίχος, απομεινάρι ενός σπιτιού. Επίσης, σώζεται ένας φούρνος και μία βρύση.


                                                           Η βρύση στο Ειρέπ
                                                                                    Ειρέπ
             Δυστυχώς, ο χρόνος που είναι αδυσώπητος, δεν σταματά όποτε θέλεις, μας υποχρεώνει να αποχαιρετήσουμε τον κ. Αντέμ και το Εϋρέπ και να ξεκιήσουμε για τη Νεοκαισάρεια (Νικσάρ), τη γενέτειρα του Μεγάλου Βασιλείου. Η πόλη είναι αρκετά μεγάλη. Περπατάμε στους δρόμους της, ζούμε για λίγο στους ρυθμούς της λαϊκής αγοράς και γευόμαστε τα τοπικά προϊόντα.
                                        Το χωριό        Γιαιλατζίκ της Προύσας
Το Σάββατο ξεκινάμε από την Τοκάτη, περνάμε από το Ακ-νταγ Μαντέν και φτάνουμε στον τελευταίο μας προορισμό, την Προύσα. Την Κυριακή περιηγούμαστε στην πόλη, επισκεπτόμαστε το Μουσείο του Καραγκιόζη και το Πράσινο Τζαμί. Μια ομάδα από εμάς επισκέπτονται το χωριό Γιαϊλαντζίκ (Yialancik),  όπου βρίσκουν και φωτογραφίζονται μπροστά στο σπίτι του παππού Στρατή.


                                            Το σπίτι του παππού Στρατή
Στις 12 το μεσημέρι παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής με πορεία από τη Λάμψακο, Καλλίπολη, Ελληνοτουρκικά σύνορα. Τέλος, φτάνουμε στην Κοζάνη στις 12 τα μεσάνυχτα. 
                                              Η διαδρομή του ταξιδιού μας
Κλείνουμε αυτό το οδοιπορικό που χάραξε στο νου μας εικόνες και μνήμες και στην ψυχή μας συναισθήματα. Πατήσαμε τα χώματα όπου έζησαν και περπάτησαν οι πρόγονοί μας. Νοιώσαμε τον καημό του ξεριζωμού των Ελλήνων που ήρθαν στην Ελλάδα αφήνοντας τον τόπο τους, αλλά και των Τούρκων που ξεριζώθηκαν κι αυτοί από την Ελλάδα και βρέθηκαν σ’ άλλη πατρίδα.      

                                                                               Αιωνία τους η μνήμη.