κορυφή του Μπούρινου
Παλιομανάστηρο
51. ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΟ ΠΑΛΙΟΜΑΝΑΣΤΗΡΟ-ΑΝΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΜΠΟΥΡΙΝΟ
Από το βιβλίο "Έξαρχος Γρεβενών" σ.304
18 Αυγούστου 2003. Έξαρχος, πρωί, ώρα 7.15. Ξεκίνημα. Ο γράφων με το Στέλιο το Τζάρο αφήνουμε το χωριό. Προορισμός μας το Παλιομανάστηρο του Μπούρινου.
Ημέρα καλοκαιρινή, ζεστή, ο ουρανός καταγάλανος, ο ήλιος χρυσώνει με τις ακτίνες του το μαγευτικό τοπίο της διαδρομής. Φτάνουμε στις γέρικες, αιωνόβιες βελανιδιές του Αγίου Αθανασίου. Τα λιγοστά ζώα δεν αφήνουν να αναπτυχθούν τα νεόφυτα δέντρα. Σταγόνες νερού κατά αραιά διαστήματα τρέχουν από τη βρύση με τις πολλές λεκάνες ποτίσματος των ζώων. Από τη βρύση στρίβουμε δεξιά προς το «Μπαλαμπζάνη». Ανηφορίζουμε στα «Καρούτια» ανάμεσα σε πυξάρια, κέδρα, βελανιδιές. Το χόρτο πλούσιο, αβόσκητο. Αριστερά μας στη ρεματιά, πιο πάνω από τις προβάτες του Μάρκου Τριανταφύλλου, Γιώτα Θωμά, Μητράγκα Γιώργου, Γρεβενιώτες κυνηγοί εκπαιδεύουν τα σκυλιά τους. Οι κυνηγοί περιχαρείς, τα σκυλιά κυνηγάνε ένα λαγουδάκι.
Δεξιά μας ο Νίκος ο Παπάς από την Κνίδη ψηλά στο δασοσκεπές διχάλωμα με τον άφθονο κιτρινωπό αμάραντο ανακαλύπτει μελισσοφωλιά. Ο ήχος του αλυσοπρίονου αντηχεί στις ρεματιές του Μπούρινου. Κόβει τους κορμούς του δέντρου. Ο καπνός της βενζίνης είναι ορατός σε μας. Του φωνάζουμε, μας απαντά, αν και η απόσταση αρκετά μεγάλη. Μετά από λίγες μέρες τον συναντώ στην Κνίδη. Πίνουμε καφέ στου Αγνάντου το καφενείο. «Ναι, βρήκαμε τρία κιλά μέλι. Περιμέναμε περισσότερο. Το μελίσσι το μαζέψαμε».
Με το Στέργιο συνεχίζουμε την ανάβαση. Ο αέρας δροσίζει τα πρόσωπά μας. Σταματάμε για ολιγόλεπτη ξεκούραση. Στο σακίδιό μου είχα δυό μισόλιτρα νερό. Του δίνω το ένα. Αυτό είναι δικό σου του λέω. Φτάνουμε στον προορισμό μας στο Παλιομανάστηρο. Ο τόπος ιερός, οι στιγμές συγκινητικές. Σταυροκοπηθήκαμε. Σωροί οι πέτρες μαρτυρούν το ιστορικό παρελθόν. Ψάχνουμε να βρούμε κάποιο αντικείμενο. Μάταια. Απογοητευόμαστε.
Μετά από δύο μέρες επισκέφθηκα μόνος τον ίδιο χώρο. Στάθηκα αρκετά τυχερός. Ανακάλυψα τον περίβολο του μοναστηριού μήκους εβδομήντα μέτρων περίπου. Εκεί κοντά βρήκα δύο κομμάτια πήλινου υδροδοχείου. Μ’ αυτό κουβαλούσαν νερό οι μοναχοί από το Μπαλαμπζάνη, σκέφτηκα. Χάρηκα αφάνταστα. Σα να βρήκα χρυσάφι, πολύτιμο θησαυρό. Με συγκίνηση και περηφάνια το ’δειξα σε πολλούς. Για μένα αποτελεί κάτι το σημαντικό.
Μετά το Παλιομανάστηρο ο Στέργιος προτείνει να πάμε πιο πάνω στα «Γρέκια», εκεί που οι χωριανοί βοσκούσαν τα πρόβατά τους κι είχαν τα υπαίθρια μαντριά κατά τη θερινή περίοδο. Του προτείνω να ανεβούμε στο ψηλότερο μέρος να κατακτήσουμε τη βουνοκορφή, το Σημείο. Το αίτημα γίνεται δεκτό.
Φτάνουμε στα Γρέκια. Το χορτάρι πλούσιο. Ο Στέλιος θυμάται τα παλιά. Εδώ κόβαμε χορτάρι. Το φόρτωνα στο γαϊδουράκι, στο Χρυσόστομο. Το μάζευα στα δίχτυα. Ο τόπος λιπασμένος από τις κοπριές των ζώων. Ξεκουραζόμαστε. Πίνουμε νεράκι. Κάνουμε τη σχετική οικονομία. Το βουνό άνυδρο. Δεξιά μας η «Ντόνα-Πάδη». Πιο πάνω η καλύβα του «Τσούια». «Στέργιο οι χωριανοί μας θέλανε τη δεκαετία του 60 να κάνουνε ποτίστρα στην Ντόνα Πάδη. Πάμε να βρούμε νερό, να πιούμε και να γεμίσουμε τα μισόλιτρά μας».
Ωστόσο συνεχίζουμε την ανάβαση. Τα βράχια απόκρημνα. Η ορειβασία δύσκολη. Κάνουμε στάσεις. Μονοπάτια δεν υπάρχουν. Βρίσκουμε πέτρες αναποδογυρισμένες. Κυκλοφορούν αρκούδες. Πιο πάνω τα ίχνη είναι ορατά. Δε φοβηθήκαμε ούτε για μία στιγμή. Φτάνουμε στην κορυφή. Είμαστε οι κατακτητές του βουνού. Η ώρα είναι 12 και 45 καταμεσήμερο. Το χόρτο άφθονο. Η θέα πανοραμική. Ο τόπος επίπεδος. Κατάλληλος για αεροδρόμιο. Η Κοζάνη στο βάθος. Οι εγκαταστάσεις του ορειβατικού συλλόγου Σιάτιστας στην Τσερβένα, η εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα πολύ κοντά. Πίνουμε τις τελευταίες σταγόνες νερού. Τα μπουκάλια αδειάζουν. Στο σημείο, ένας τσιμεντένιος κύλινδρος, φτιαγμένος από τη στρατιωτική υπηρεσία. Γράφουμε τα ονόματά μας. Ατενίζουμε τον Έξαρχο από τα ψηλά. Φωτογραφιζόμαστε. Ένα όνειρο ζωής πραγματοποιείται. Ο Μπούρινος το βουνό των μοναχών, των αγωνιστών, των τσοπαναραίων έγινε κτήμα μας. Το παράπονο του Στέργιου. «Να είχα ένα τσιγάρο».
Ήλθε ή ώρα της κατάβασης. Επιλέγουμε άλλη διαδρομή. Κατηφορίζουμε προς το Νερούτσικο. Το έδαφος δυσπρόσιτο. Η κούραση μεγάλη. Τα χείλη διψάνε. Νερό ανύπαρκτο. Ο Στέλιος μπροστά. Ακολουθώ. Κάπου-κάπου σταματάμε. Το Στέλιο του αρέσει να κυλάει πέτρες. Με το τσεκούρι κλαδεύει τις βελανιδιές. Οι πέρδικες με το κελάηδημά τους ομορφαίνουν την ατμόσφαιρα.
Κατηφορίζουμε προς τα «Κουριά». Συναντάμε την καλύβα του Γράβα. Σιατιστινός ο Γράβας κατά τα χρόνια της κατοχής και του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα είχε εδώ στο Μπούρινο το ανταρτολημέρι του.
Πιο κάτω η ποτίστρα των Κουριών. Παίρνουμε κουράγιο. Θα δροσιστούμε, θα πιούμε νερό. Φτάνουμε στις 3.00 η ώρα. Πλενόμαστε. Πίνουμε άφθονο νερό. Προσωπικά ήπια τέσσερα μισόλιτρα. Καθόμαστε πάνω από μισή ώρα. Ο Στέλιος νοικοκύρης καθαρίζει τις λεκάνες από τα «ζιαμπνάκια». Αναρωτιέται, γιατί οι τσομπαναραίοι δε μεριμνούν για την καθαριότητα των λεκανών.
Στο χωριό φτάνουμε στις 3 και 45. Οι δικοί μας είχαν ανησυχήσει. Κινητό τηλέφωνο δεν είχαμε για επικοινωνία. Ξεκινήσαμε για το Παλιομανάστηρο και καταλήξαμε στην κατάκτηση του Μπoύρινου, στην ψηλότερή του κορφή στο Ντρισινίκο (Σημείο, υψόμετρο 1866 μ.).
Κάθε Εξαρχιώτης επιβάλλεται να περιδιαβεί τον Μπούρινο, να νιώσει προσκυνητής, να ανταμώσει νοερά με τους προγόνους που τόσο τον πότισαν με τον ιδρώτα τους τούτο το άγιο, το ηρωικό και καρπερό βουνό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου